Εδώ και πολλά χρόνια, οι γιατροί ενθαρρύνουν την αυτοεξέταση των μαστών σε μηνιαία βάση για τις γυναίκες κυρίως μετά τα 30. Το 2001 όμως, μια καναδική μελέτη πάνω στις προληπτικές φροντίδες υγείας αμφισβητεί αυτή την πρακτική. Με αυτήν την ανακοίνωση, οι σύνδεσμοι ασθενών διαμαρτύρονται. Ποιόν να πιστέψουμε;
Η πρόγνωση του καρκίνου του μαστού είναι χειρότερη όταν ο μαστός είναι πυκνός.
Η σημασία του προληπτικού ελέγχου με συνδυασμό μαστογραφίας και ψηλάφισης
Έχει αποδειχθεί ότι η πυκνότητα του μαστού δεν αντιπροσωπεύει μόνο μια πρόσθετη δυσκολία στην ανάγνωση και διάγνωση των μαστογραφιών, αλλά επίσης και παράγοντα κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Ορισμένες διεθνείς οδηγίες συστήνουν τη μείωση του διαστήματος μεταξύ των απεικονιστικών ελέγχων (μαστογραφία, υπέρηχος μαστών) ώστε να αυξάνεται η ευαισθησία των μεθόδων αυτών. Ωστόσο δεν έχει αποδειχθεί ότι η πρακτική αυτή μειώνει τη θνησιμότητα από τον καρκίνο του μαστού.
Πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι μια σουηδική ομάδα δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας μελέτης που πραγματοποιήθηκε σε 619 ασθενείς με καρκίνο μαστού, συγκρίνοντας την πρόγνωση ανάλογα με την πυκνότητα του μαστού.
Μετά από προσαρμογή για άλλους παράγοντες κινδύνου (ηλικία τη στιγμή της διάγνωσης, μέγεθος και επιθετικότητα του όγκου, διήθηση μασχαλιαίων λεμφαδένων, ορμονική ευαισθησία του όγκου, περίοδος της διάγνωσης), οι ασθενείς των οποίων το στήθος είναι πυκνό διατρέχουν 2,56 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με τις γυναίκες των οποίων το στήθος αποτελείται κατ' υπεροχή από λιπώδη ιστό (προχωρημένη λιπώδης υποστροφή) (Δείκτης Κινδύνου (Hazard Ratio) [HR] 2,56 στο 95% [IC]: 1,07 έως 6,11). Οι συντάκτες της μελέτης παρατηρούν ότι αυτή η αύξηση του κινδύνου διαμορφώνεται αναλογικά με τη σχέση πυκνότητα μαστού και στάδιο νόσου. Το πρωτόκολλο θεραπείας στο οποίο υποβλήθηκε η ασθενής δεν τροποποιεί σημαντικά το αποτέλεσμα.
Στη διαστρωματική ανάλυση, η διαφορά αυτή στη θνησιμότητα είναι μικρότερη αν ο καρκίνος του μαστού διαγνώστηκε κατά τη διάρκεια του συστηματικού προληπτικού ελέγχου (HR: 2,04· IC : 0,49 à 8,49) παρά αν ήταν ήδη συμπτωματικός (HR 3,40· 1,06 έως 10,90). Σε αυτή την περίπτωση οι υπόλοιποι παράγοντες κινδύνου φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο.
Η ακριβής αιτία για τη σχέση ανάμεσα στην πυκνότητα του μαστού και στην αύξηση της θνησιμότητας από καρκίνο του μαστού, δεν έχει ακόμα απολύτως διευκρινιστεί.
Αυτή είναι μια ακόμα μελέτη που τονίζει τη σημασία όχι μόνο του μαστογραφικού έλεγχου αλλά και της κλινικής εξέτασης από εξειδικευμένο ιατρό στην πρόληψη των παθήσεων του μαστού, κυρίως στις γυναίκες με πυκνό μαστό.
Ανάμεσα στην εγκατάλειψη και στη διατήρηση, οι ειδικοί διστάζουν
Η καναδική μελέτη έγινε προκειμένου να κριθεί η αποτελεσματικότητα και η χρησιμότητα της αυτοεξέτασης από την ίδια τη γυναίκα των μαστών. Οι επιστήμονες επανεξέτασαν τα αποτελέσματα των μελετών που υπάρχουν. Αφού ταξινόμησαν τα δεδομένα που έκριναν ότι είναι αρκετά, οι συγγραφείς έβγαλαν το συμπέρασμα ότι, στις γυναίκες ηλικίας 40 με 70 χρονών :
- Η μηνιαία αυτοεξέταση δεν επηρεάζει καθόλου τη μείωση της θνησιμότητας από τον καρκίνο του μαστού,
- Οι γυναίκες που ψηλαφίζονται έχουν τη τάση να επισκέπτονται πιο συχνά το γιατρό τoυς και να κάνουν περισσότερες βιοψίες,
- Στη μελέτη δεν εντοπίζεται καμιά διαφορά ανάμεσα στον αριθμό των καρκίνων στις γυναίκες που κάνουν αυτοεξέταση και τις άλλες,
- Οι καρκίνοι φαίνεται να διαγνώστηκαν στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης στο σύνολο των γυναικών.
Στις γυναίκες κάτω των 40 και πάνω των 70, τα αποτελέσματα δεν επαρκούν για να βγουν ασφαλή συμπεράσματα.
Μια διαφωνία με έντονο χαρακτήρα
Εδώ και αρκετά χρόνια, η συζήτηση πάνω στη χρησιμότητα της αυτοεξέτασης δημιουργεί έντονη αντιπαράθεση ανάμεσα σε αυτούς που είναι υπέρ και σε αυτούς που έχουν αντίθετη γνώμη, γιατί πρέπει πρώτα η γυναίκα να δεχτεί περιοδικά αλλά και συστηματικά να ψηλαφά το μαστό της.
Η ψηλάφηση που γίνεται από έναν ειδικό, είναι μια κλινική εξέταση περισσότερο σύνθετη απ' όσο φανταζόμαστε. Χρειάζεται εμπειρία και κατάλληλη εκπαίδευση του ιατρού, προκειμένου να είναι αποδοτική.
Το μεγαλύτερο μέρος των επιδημιολογικών ερευνών προσκρούει σε μια ηθική διάσταση που είναι αναπόφευκτη: Πώς να συγκρίνουμε μια ομάδα γυναικών που είναι οπαδοί της αυτοεξέτασης με μια άλλη ομάδα στην οποία οι ανάγκες της μελέτης θα απαγόρευαν την αυτοεξέταση;
Στην καλύτερη των περιπτώσεων, ο όγκος δεν θα ανιχνευόταν παρά μόνο αν ξεπερνούσε το 1 με 1,5 εκατοστό. Για τέτοιου είδους διαστάσεις, δεν θα έπρεπε να μιλάμε για προληπτικό έλεγχο αλλά για πρώιμη διάγνωση.
Οι γυναίκες που κάνουν ψηλάφηση στους μαστούς τους σε τακτική βάση έχουν κάποιες φορές την ψευδαίσθηση ότι ανιχνεύουν κάτι παθολογικό, που μπορεί απλά να είναι ένα τμήμα του μαζικού τους αδένα. Η εμμονή αυτή μερικές φορές οδηγεί σε μαστογραφίες και βιοψίες που είναι τελείως άχρηστες.
Ορισμένοι πιστεύουν στις αιρέσεις
Το 1993, η ευρωπαϊκή εταιρεία μαστολογίας εκτιμούσε ότι κανένα επαρκές δεδομένο δεν επιτρέπει τη σύσταση ή μη της αυτοεξέτασης των μαστών. Η US Preventive Services Task Force - το αμερικανικό ισοδύναμο της ομάδας των Καναδών ειδικών - έφτανε στα ίδια συμπεράσματα το 1996.
Παρόλα αυτά, η βόρειος Αμερική υποδέχθηκε ψυχρά τα καναδικά αποτέλεσματα. Το καναδικό δίκτυο για τον καρκίνο του μαστού υπογραμμίζει ότι οι δυο κύριες μελέτες που χρησιμοποιήθηκαν, έγιναν στην Κίνα και τη Ρωσία, χώρες όπου οι ιατρικές υπηρεσίες δε μπορούν να συγκριθούν με εκείνες των δυτικών χωρών. Έτσι, αποδίδει την αύξηση στη διάγνωση των μικρών όγκων, ως «πιθανά» ανιχνευμένους χάρη στην αυτοεξέταση των μαστών.
Σύμφωνα με την αμερικάνικη ογκολογική εταιρεία, ένα από τα μέσα για την καταπολέμηση του καρκίνου του μαστού και την πρώιμη διάγνωσή του είναι και η αυτοεξέταση των μαστών.
Θα πρέπει λοιπόν να μην τη συστήνουμε; Αν και δεν αποτελεί πανάκεια, ναι, γιατί ανάμεσα σε δυο ιατρικές εξετάσεις ορισμένοι όγκοι μπορούν να αυξηθούν σημαντικά. Έτσι η αυτοεξέταση παραμένει το αντικείμενο μιας συζήτησης που φαίνεται δύσκολο να ξεκαθαριστεί. Σε καμιά περίπτωση, η αυτοεξέταση δεν πρέπει να συγχέεται με μια ιατρική κλινική εξέταση και δεν μπορεί να αντικαστήσει τα απαραίτητα μέτρα προληπτικού ελέγχου που είναι αναμφισβήτητα η μαστογραφία, υπεύθυνη για μείωση 30% της θνησιμότητας από τον καρκίνο του μαστού.