Ορισμένοι παράγοντες κινδύνου έχουν ταυτοποιηθεί, ώστε μια γυναίκα να διατρέχει περισσότερο κίνδυνο από κάποια άλλη να αναπτύξει καρκίνο του μαστού.
Πρώτα απ' όλα, όσο μεγαλώνει σε ηλικία, ο κίνδυνος αυξάνεται: Τα δυο τρίτα των καρκίνων του μαστού συμβαίνουν μετά τα 50.
Ακολουθεί το οικογενειακό ιστορικό: Ένας καρκίνος του μαστού μιας συγγενούς πρώτου βαθμού, μητέρας ή αδελφής, πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο επί δεκαπέντε. Οι κληρονομικοί καρκίνοι είναι σπάνιοι: Μόνο το 5 % των γυναικών με καρκίνο του μαστού είναι φορείς μιας γενετικής προδιάθεσης.
Το προσωπικό ιστορικό είναι ένας άλλος παράγοντας κινδύνου: Ο κίνδυνος να συμβεί μια υποτροπή του καρκίνου του μαστού είναι τέσσερις έως πέντε φορές μεγαλύτερη από το μέσο όρο.
Οι ορμόνες παίζουν επίσης κάποιο ρόλο. Με άλλα λόγια: Η έλλειψη εγκυμοσύνης, η κατάχρηση ορμονικών σκευασμάτων, η πρώιμη εμμηναρχή και η καθυστερημένη εμμηνόπαυση αποτελούν παράγοντες που ευνοούν τον καρκίνο του μαστού.
Άλλοι πιθανοί παράγοντες κινδύνου:
- Ο δυτικός τρόπος ζωής,
- διατροφή πλούσια σε ζωικά λίπη και φτωχή σε φυτικές ίνες, φρούτα και λαχανικά,
- η παχυσαρκία που αυξάνει τα ενδογενή οιστρογόνα και συνεπώς την πιθανότητα καρκίνου του μαστού.
Αντίστροφα, οι παράγοντες που περιορίζουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού είναι ο δραστήριος τρόπος ζωής, ο μητρικός θηλασμός και η ισορροπημένη δίαιτα. Είναι ο συνδυασμός των γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που μπορεί να καταλήξει στην εμφάνιση ενός καρκίνου.
Ηλικία, γενετικοί παράγοντες και οικογενειακό ιστορικό
Ακόμα κι αν ο καρκίνος του μαστού μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία, ο κινδυνος εμφάνισής του αυξάνει με την ηλικία. Διπλασιάζεται περίπου κάθε 10 χρόνια μέχρι την εμμηνόπαυση. Μετά συνεχίζει να αυξάνεται με αργότερο όμως ρυθμό. Αν περιστατικά καρκίνου του μαστού είναι ήδη γνωστά στην οικογένειά σας, το γεγονός αυτό μπορεί να αυξήσει τη δική σας πιθανότητα να εκδηλώσετε τη νόσο. Στις ανεπτυγμένες χώρες, το 5 % με 10 % των περιπτώσεων συνδέεται με γενετική προδιάθεση. Ο κίνδυνος του καρκίνου του μαστού είναι δυο φορές μεγαλύτερος στις γυναίκες που έχουν αδελφές, μητέρες ή κόρες που έχουν εκδηλώσει καρκίνο του μαστού πριν από τα 50. Όσο η νόσος εμφανίζεται σε πιο νεαρή ηλικία, τόσο ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος. Έτσι, μια γυναίκα της οποίας η αδελφή εκδήλωσε καρκίνο στην ηλικία των 30-39 ετών έχει ένα συνολικό κίνδυνο 10 % να εκδηλώσει και η ίδια πριν από τα 65 της, ο κίνδυνος όμως αυτός πέφτει στο 5 % αν η αδελφή της ήταν 50-54 ετών τη στιγμή της διάγνωσης. Ο κίνδυνος αυξάνεται επίσης όταν πολλές γυναίκες από το συγγενικό περιβάλλον έχουν νοσήσει. Μια γυναίκα που έχει δυο συγγενείς με καρκίνο του μαστού, εκ των οποίων η μια είναι κάτω από τα 50 τη στιγμή της διάγνωσης, έχει έναν κινδύνου 25 % να εκδηλώσει καρκίνο σε ηλικία μικρότερη των 65 ετών. Συχνά, βρίσκουμε γονίδια, τα πιο γνωστά εκ των οποίων είναι τα BRCA1 και BRCA2. Οι μεταλλάξεις αυτές αφορούν το 95 % των κληρονομικών μορφών καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών και το 65 % των οικογενειακών μορφών καρκίνου του μαστού. Έχουν ταχτοποιηθεί και άλλα γονίδια υπεύθυνα για την ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Γι' αυτό και το οικογενειακό ιστορικό έχει πρωτεύοντα ρόλο στην ετήσια γυναικολογική επίσκεψη.
Εφηβεία, εγκυμοσύνη, θηλασμός και εμμηνόπαυση
Μια πρώιμη εμμηναρχήκαι μια καθυστερημένη εμμηνόπαυση αυξάνουν την πιθανότητα για καρκίνο του μαστού3. Μια γυναίκα της οποίας η εμμηνόπαυση έρχεται μετά την ηλικία των 55, έχει δυο φορές μεγαλύτερο κίνδυνο από μια γυναίκα που έχει εμμηνόπαυση σε ηλικία πριν τα 45. Η απουσία εγκυμοσύνης και η μεγάλη ηλικία τεκνοποίησης ειδικά για το πρώτο παιδί αυξάνουν τις πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου. Όταν το πρώτο παιδί έρχεται μετά τα 30, ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού διπλασιάζεται σε σύγκριση με μια γυναίκα που έγινε μητέρα πριν στα είκοσι της. Η αύξηση του κινδύνου είναι περισσότερο σημαντική για τις γυναίκες που τεκνοποίησαν μετά τα 35 και αυξάνεται περισσότερο για τις άτοκες γυναίκες. Ο θηλασμός και η νεαρή ηλικία απόκτησης δεύτερου παιδιού, ασκούν προστατευτικό ρόλο ως προς την εμφάνιση καρκίνου του μαστού πριν την εμμηνόπαυση.
Καλοήθεις νόσοι του μαστού και προηγούμενη βιοψία
Η βελτίωση της μαστογραφίας και των τεχνικών απεικόνισης καθιστά πιο συχνή την ανίχνευση ανωμαλιών του μαστού. Αν και η πλειονότητα των ευρημάτων δεν αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου, κάποιες αλλοιώσεις όπως οι υπερπλαστικές αλλοιώσεις και οι άτυπες αλλοιώσεις, αποδεικνύονται πιο επικίνδυνες. Ως προς το γενικό πληθυσμό, η αύξηση του κινδύνου που συνοδεύει τια αλλοιώσεις αυτές δεν πάντα πολύ σημαντική εκτός αν συνοδεύεται και από ένα βεβαρυμμένο οικογενειακό ιστορικό.
Αντισυλληπτικό χάπι και ορμονική θεραπεία στην εμμηνόπαυση
Οι επιστήμονες θεωρούν ότι ο κίνδυνος που συνδέεται με το αντισυλληπτικό χάπι είναι αμελητέος.
Μετά τις μελέτες που δημοσιεύθηκαν το 2003, η χρήση ορμονικής θεραπείας στην εμμηνόπαυση περιορίστηκα σημαντικά. Οι θεραπείες αυτές πρέπει να συνταγογραφούνται μετά από ενδελεχή ενημέρωση, μόνο αν τα κλιμακτηρικά συμπτώματα (κυρίως οι εξάψεις) επηρεάζουν σημαντικά τη ζωή των γυναικών. Η χορήγηση θα πρέπει να γίνεται στην ελάχιστη αποτελεσματική δόση και για το πιο σύντομο χρονικό διάστημα, υπό τακτική παρακολούθηση.
Η αύξηση της επίπτωσης του καρκίνου του μαστού εξαρτάται από το προϊόν που χρησιμοποιείται. Σύμφωνα με τη γαλλική μελέτη Ε3Ν, ο συνδυασμός διαδερμικής χορήγησης οιστρογόνου και φυσικής προγεστερόνης, δεν αύξησε τον κίνδυνο. Ο συνδυασμός οιστρογόνων και προγεσταγόνων επιφέρει έναν επιπλέον κίνδυνο της τάξης του 30 %. Τέλος, τα οιστρογόνα από μόνα τους αύξησαν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, κάτι όμως που αμφισβητείται από νεότερες μελέτες που συμπέραιναν την απουσία επιπλέον κινδύνου.