Διάγνωση
Τα ινομυώματα ανακαλύπτονται κατά τη διάρκεια μιας κλασικής γυναικολογικής εξέτασης. Αν η ψηλάφηση θέσει την υποψία, ένα υπερηχογράφημα της πυέλου πρέπει να ολοκληρώσει τη διάγνωση ώστε να εκτιμηθούν καλύτερα οι διαστάσεις και η θέση τους. Είναι επίσης δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και άλλες τεχνικές απεικόνισης όπως η μαγνητική τομογραφία. Για ορισμένα ινώματα τα οποία βρίσκονται στο εσωτερικό της μητρικής κοιλότητας (υποβλεννογόνιο), ο γιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει πιο ειδικές εξετάσεις, όπως τρισδιάστατο υπερηχογράφημα και διΰδρουστερογραφία.
Θεραπεία
Συχνά ασυμπτωματικό, το ινομύωμα δεν εξελίσσεται σε καρκίνο και συχνά μια απλή παρακολούθηση αρκεί. Η παρατεταμένη και άφθονη περίοδος, το αίσθημα βάρους στο επίπεδο της πυέλου, η αύξηση του μεγέθους της κοιλιάς, η δυσκοιλιότητα και η συχνή επιθυμία για ούρηση μπορούν να αποτελούν πρώιμα σημάδια. Έτσι, παρά τη συχνότητά του, το ινομύωμα πολύ συχνά ανακαλύπτεται τυχαία κατά τη διάρκεια γυναικολογικής εξέτασης ή του υπερηχογραφήματος. Εκτιμάται ότι μια γυναίκα στις δύο έχει ινομυώματα μετά την ηλικία των 45 ετών. Ωστόσο, ορισμένα προκαλούν αιμορραγίες, πυελικούς πόνους και χρειάζονται θεραπεία. Υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές επιλογές: Η ορμονοθεραπεία, η χειρουργική θεραπεία και ο αρτηριακός εμβολισμός. Κάθε μια από αυτές τις τεχνικές εμπεριέχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν από την επιλογή της μιας ή της άλλης μεθόδου. Οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν στη θεραπευτική επιλογή που τις αφοραά.
Φαρμακευτική Θεραπεία
Υπενθυμίζουμε ότι μόνο τα ινομυώματα που προκαλούν συμπτώματα πρέπει να αντιμετωπίζονται. Καταρχήν, αντιμετωπίζονται με φαρμακοθεραπεία. Αυτή στηρίζεται κυρίως στη διακοπή της παραγωγής οιστρογόνων και στην ατροφία του ινομυώματος. Κατά γενικό κανόνα χρησιμοποιούνται παράγωγα της προγεστερόνης και ανάλογα της GnRH. Αντιφλεγμονώδη και αιμοστατικά (για τον περιορισμό των αιμορραγιών) μπορούν επίσης να συμπληρώσουν την αντιμετώπιση. Όμως η χρησιμότητα αυτού του τύπου θεραπείας τις περισσότερες φορές είναι περιορισμένη και εμπεριέχει παρενέργειες παρόμοιες με τις παρενέργειες της εμμηνόπαυσης: πονοκεφάλους, εξάψεις, κολπική ξηρότητα, οστεοπενία και κόπωση. Τέλος, το ινομύωμα θα ξαναμεγαλώσει μερικούς μήνες μετά τη διακοπή της θεραπείας. Εξακολουθεί ωστόσο να χρησιμοποιείται ως προετοιμασία της επέμβασης ώστε να μειωθεί το μέγεθος του όγκου και να διορθωθεί η αναιμία πριν τη χειρουργική αφαίρεση. Στην περίπτωση κατά την οποία τα ινομυώματα είναι συμπτωματικά (π.χ.αιμορραγίες) είναι δυνατόν να εφαρμοστεί φαρμακευτική αγωγή αλλά η οποία σε κάθε περίπτωση θα διαρκεί λιγότερο από 6 μήνες. Αυτή θα στοχεύει στη θεραπεία των συμπτωμάτων που αισθάνεται η ασθενής και όχι στο ίδιο το ίνωμα. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το υποβλεννογόνιο ινομύωμα δεν αντιμετωπίζεται ποτέ με φαρμακευτική αγωγή και θα προχωρήσουμε μετά στη χειρουργική επέμβαση.
Είδη θεραπείας
Για τη φαρμακευτική αντιμετώπιση των ινωμάτων υπάρχουν δύο επιλογές: για την εξάλειψη των συμπτωμάτων και για την προετοιμασία και τη διευκόλυνση της χειρουργικής επέμβασης.
Η θεραπεία επιλέγεται λαμβάνοντας υπόψη τα συμπτώματα
Χρησιμοποιούνται τρεις τύποι φαρμάκων:
- Τα προγεσταγόνα: δρουν στο οίδημα γύρω από το ινομύωμα. Άρα δεν επιτρέπουν τη μείωση του όγκου ή την ανάπτυξή του αλλά τη μείωση της συνδεόμενης φλεγμονής. Τα προγεσταγόνα χορηγούνται όταν το ινομύωμα προκαλεί νόσο που σχετίζεται με το ενδομήτριο, δηλαδή αιμορραγίες. Κατά γενικό κανόνα η εφαρμοζόμενη αγωγή είναι διάρκειας 3 έως 6 μηνών. Αν το πρόβλημα υποτροπιάσει, ο γιατρός θα επαναξιολογήσει την κατάσταση και θα αποφασίσει ποια θα είναι η αντιμετώπιση στη συνέχεια.
- Τα αντι-ινολυτικά όπως το τρανεξαμικό οξύ: δρουν στις αιμορραγίες και είναι δυνατόν να χορηγούνται κατά περίπτωση.
- Τέλος ορισμένα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη ( AINS ) όπως το μεφεναμικό οξύ: έχουν επίσημη ένδειξη για τις αιμορραγίες και μπορούν να χορηγούνται και σε αυτή την περίπτωση.
Προεγχειρητική θεραπεία
Χρησιμοποιούνται κυρίως φάρμακα τα οποία δρουν αναστέλλοντας στη γυναίκα την έκκριση της οιστραδιόλης ( αγωνιστές της GnRH). Χορηγούνται όταν η ασθενής έχει αναιμία (τιμές αιμοσφαιρίνης κάτω ή ίσες με 8 g/dl) και όταν είναι απαραίτητο να μειωθεί το μέγεθος του ινομυώματος για να διευκολυνθεί ή να τροποποιηθεί η χειρουργική τεχνική. Λαμβάνονται επί τρεις μήνες και η μείωση εμφανίζεται ήδη από την 6η έως την 8η εβδομάδα αγωγής. Σε περίπτωση αναιμίας (έλλειψη σιδήρου), πριν από την επέμβαση χορηγείται και σίδηρος.
Χειρουργική θεραπεία
Διακρίνουμε δύο τύπους χειρουργικής επέμβασης:
Την ινομυωματεκτομή: αφαιρούμε μόνο τα ινομυώματα. Αυτή η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω τομής (λαπαροτομία) είτε μέσω ενδοσκόπησης δηλαδή λαπαροσκόπησης και υστεροσκόπησης. Η ινομυωματεκτομή με υστεροσκόπηση αφορά τα ινομυώματα που βρίσκονται στην κοιλότητα της μήτρας. Το υστεροσκόπιο εισάγεται στη μήτρα από τον κόλπο. Η επέμβαση πραγματοποιείται χωρίς να απαιτείται παραμονή στο νοσοκομείο.
Η ινομυωματεκτομή παρουσιάζει μειονεκτήματα, ιδιαίτερα το υψηλό ποσοστό συμφύσεων και κυρίως την επανεμφάνιση των ινομυωμάτων, πράγμα που συμβαίνει στο ένα τρίτο των περιπτώσεων. Έτσι, κάποιες φορές η θεραπεία θα είναι ριζική και προβλέπει την αφαίρεση της μήτρας. Ωστόσο, στις νέες γυναίκες την αποφεύγουμε γιατί θα τους στερούσε κάθε ελπίδα μητρότητας. Η υστερεκτομή προτείνεται στις γυναίκες που έχουν πολύ μεγάλη μήτρα, πάρα πολλά ινώματα και δεν επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά.